Έφερα τη ζωή μου ως εδώ
Χαρακιά πικρή στην άμμο που θα σβήσει
- Όποιος είδε δυο μάτια ν' αγγίζουν τη σιωπή του
Κι έσμιξε τη λιακάδα τους κλείνοντας χίλιους κόσμους
Ας θυμίσει το αίμα του στους άλλους ήλιους
Πιο κοντά στο φως
Υπάρχει ένα χαμόγελο που πληρώνει τη φλόγα -
Μα εδώ στο ανήξερο τοπίο που χάνεται
Σε μια θάλασσα ανοιχτή κι ανέλεη
Μαδά η επιτυχία
Στρόβιλοι φτερών
Και στιγμών που δέθηκαν στο χώμα
Χώμα σκληρό κάτω από τ' ανυπόμονα
Πέλματα, χώμα καμωμένο για ίλιγγο
Ηφαίστειο νεκρό.
Ο Ελύτης ήταν από τους τελευταίους εκπροσώπους της λογοτεχνικής γενιάς του '30, ένα από τα χαρακτηριστικά της οποίας υπήρξε το ιδεολογικό δίλημμα ανάμεσα στην ελληνική παράδοση και τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό. Ο ίδιος χαρακτήριζε τη δική του θέση στη γενιά αυτή ως παράξενη σημειώνοντας χαρακτηριστικά: "από το ένα μέρος ήμουνα ο στερνός μιας γενιάς, που έσκυβε στις πηγές μιας ελληνικότητας, κι απ' την άλλη ήμουν ο πρώτος μιας άλλης που δέχονταν τις επαναστατικές θεωρίες ενός μοντέρνου κινήματος".
Το έργο του έχει επανειλημμένα συνδεθεί με το κίνημα του υπερρεαλισμού, αν και ο Ελύτης διαφοροποιήθηκε νωρίς από τον "ορθόδοξο" υπερρεαλισμό που ακολούθησαν σύγχρονοί του ποιητές, όπως ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Νίκος Εγγονόπουλος ή ο Νικόλαος Κάλας. Επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό και δανείστηκε στοιχεία του, τα οποία ωστόσο αναμόρφωσε σύμφωνα με το προσωπικό του ποιητικό όραμα, άρρηκτα συνδεδεμένο με το λυρικό στοιχείο και την ελληνική λαϊκή παράδοση.
Μία από τις κορυφαίες δημιουργίες του υπήρξε το ποίημα Το Άξιον Εστί (1959), έργο με το οποίο ο ποιητής διεκδίκησε θέση στην εθνική λογοτεχνία, προσφέροντας ταυτόχρονα μία «συλλογική μυθολογία» και ένα «εθνικό έργο».
Η λογοτεχνική κριτική υπογράμμισε την αισθητική αξία του, καθώς και την τεχνική του αρτιότητα. Τον «εθνικό» χαρακτήρα του Άξιον Εστί υπογράμμισαν μεταξύ άλλων ο Δ.Ν. Μαρωνίτης και ο Γ.Π. Σαββίδης, ο οποίος σε μία από τις πρώτες κριτικές του ποιήματος διαπίστωσε πως ο Ελύτης δικαιούνταν το επίθετο «εθνικός», συγκρίνοντας το έργο του με αυτό του Σολωμού, του Παλαμά και του Σικελιανού.
Προσωπικά προτιμούσα πάντα τους πιο "καταραμένους" ποιητές" όπως θα τολμούσα να αποκαλέσω τον Καβάφη, τον Καρυωτάκη και τον Καββαδία, αλλά δεν μπορώ να μη παραδεχθώ ότι υπήρξαν -πέρα από το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ- και κάποια κομμάτια από το έργο του Ελύτη που με σημάδεψαν...
Η Ποίηση είναι το καταφύγιο που φθονούμε κατά τον Καρυωτάκη....
Γιατί η Ποίηση είναι η έκφραση του Ωραίου... που ίσως σήμερα χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ....
ΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΤΡΙΦΥΛΛΙ
Μια φορά στα χίλια χρόνια
του πελάγου τα τελώνια
Μες στα σκοτεινά τα φύκια
μες στα πράσινα χαλίκια
Το φυτεύουνε και βγαίνει
πριν ο ήλιος ανατείλει
Το μαγεύουνε και βγαίνει
το θαλασσινό τριφύλλι
Κι όποιος το 'βρει δεν πεθαίνει
κι όποιος το 'βρει δεν πεθαίνει
Μια φορά στα χίλια χρόνια
κελαηδούν αλλιώς τ' αηδόνια
Δε γελάνε μήτε κλαίνε
μόνο λένε μόνο λένε:
-Μια φορά στα χίλια χρόνια
γίνεται η αγάπη αιώνια
Να 'χεις τύχη να 'χεις τύχη
κι η χρονιά να σου πετύχει
Κι από τ' ουρανού τα μέρη
την αγάπη να σου φέρει
Το θαλασσινό τριφύλλι
ποιος θα βρει να μου το στείλει
Ποιος θα βρει να μου το στείλει
το θαλασσινό τριφύλλι.
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΩΝ
Η ΠΟΔΗΛΑΤΙΣΣΑ
Το δρόμο πλάι στη θάλασσα περπάτησα
που' κανε κάθε μέρα η ποδηλάτισσα
Βρήκα τα φρούτα που 'χε το πανέρι της
το δαχτυλίδι που 'πεσε απ' το χέρι της
Βρήκα το κουδουνάκι και το σάλι της
τις ρόδες το τιμόνι το πεντάλι της
Βρήκα τη ζώνη της βρήκα σε μιαν άκρη
μια πέτρα διάφανη που 'μοιαζε με δάκρυ
Τα μάζεψα ένα ένα και τα κράτησα
κι έλεγα που 'ναι που 'ναι η ποδηλάτισσα
Την είδα να περνά πάνω απ' τα κύματα
την άλλη μέρα πάνω από τα μνήματα
Την τρίτη νύχτωσ' έχασα τ' αχνάρια της
στους ουρανούς άναψαν τα φανάρια της.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου